- Κομοτηνή
- Πόλη (υψόμ. 45 μ., 43.326 κάτ.) της κεντρικής Θράκης, πρωτεύουσα του νομού Ροδόπης. Βρίσκεται στις νότιες απολήξεις της οροσειράς Ροδόπης, σε απόσταση 795 χλμ. από την Αθήνα και 281 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένη στο βόρειο τμήμα μιας εύφορης πεδιάδας, που αρχίζει από τους πρόποδες της Ροδόπης και φτάνει μέχρι τη θάλασσα, ηΚ. αποτελεί το εμπορικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο του νομού. Διαθέτει βιοτεχνίες και μικρή βιομηχανία επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων –εκκοκκιστήρια βαμβακιού, σπορελαιουργεία, επεξεργασία καπνού– γαλακτοκομίας, σοκολατοποιΐας, συσκευασίας τροφίμων, επιπλοποιίας κ.ά.
Έντονη είναι στην περιοχή η παρουσία του μουσουλμανικού στοιχείου, που δίνει ιδιαίτερο χρώμα τόσο με τις ενδυμασίες και τα έθιμα όσο και με την αρχιτεκτονική, χαρακτηριστικό δείγμα του οποίας αποτελούν οι μιναρέδες και τα καφασωτά παράθυρα των σπιτιών στις παλιές συνοικίες.
Σημαντικό επίσης ρόλο στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της περιοχής διαδραματίζει το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο της Θράκης (βλ. λ.)· λειτουργούν τα εξής τμήματα: νομικής, επιστήμης φυσικής αγωγής και αθλητισμού, ιστορίας και εθνολογίας, ελληνικής φιλολογίας, κοινωνικής διοίκησης, διεθνών οικονομικών σχέσεων και ανάπτυξης, γλωσσών καθώς, επίσης φιλολογίας και πολιτισμού παρευξεινίων χωρών.
Στην Κ. υπάρχουν τρία μουσεία: αρχαιολογικό, λαογραφικό και εκκλησιαστικό. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο εκτίθενται προϊστορικά αγγεία και εργαλεία, γλυπτά από την αρχαϊκή έως και την παλαιοχριστιανική περίοδο, χρυσή κεφαλή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου και επιγραφές όλων των εποχών.
Στο Λαογραφικό Μουσείο Θράκης υπάρχουν τυπικές ενδυμασίες, ασημικά, κάποια ξυλόγλυπτα, εκκλησιαστικά κεντήματα και χάλκινα σκεύη. Στο Εκκλησιαστικό Μουσείο φιλοξενούνται εικόνες, χρυσοκέντητος επιτάφιος, άλλα κεντήματα, ορισμένα ξυλόγλυπτα κεραμικά και ασημικά μεταβυζαντινής εποχής.
Στην πόλη σώζονται ερείπια βυζαντινών τειχών, ενώ ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο.
Ιστορία. Η περιοχή της Κ. κατοικείται από τα προϊστορικά χρόνια. Οι νεολιθικοί οικισμοί που βρίσκονται στις παρυφές της πόλης και γύρω από αυτήν –ιδιαίτερα ο σημαντικός προϊστορικός συνοικισμός της Παραδημής– φέρουν στοιχεία για τη ζωή εκείνης της εποχής.
Από τις επόμενες περιόδους έως και τα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. δεν έχει βρεθεί κανένα αρχαιολογικό αντικείμενο. Παλαιότερο ιστορικό μνημείο της πόλης είναι το φρούριο, το οποίο, με βάση την τοιχοδομία του, χρονολογείται στην παλαιοχριστιανική εποχή. Μικρό φρούριο σωζόταν σχεδόν ακέραιο έως το 1922, όποτε το γκρέμισαν· σήμερα έχουν μείνει όρθια μόνο λίγα τμήματά του. Σε έναν τετράγωνο πύργο, δίπλα στην είσοδο, μια επιγραφή γραμμένη με κεραμίδια, σύμφωνα με την ανάγνωση του Στίλπωνα Κυριακίδη, έγραφε: «Θεοδοσίου κτίσμα» ή «Θεοδοσίου το κτίσμα». Άγνωστο παραμένει ποιος ήταν ο Θεοδόσιος, το όνομα του οποίου συνδέεται με την κατασκευή του τείχους, όπως επίσης και το όνομα του φρουρίου. Μόνο η ομοιότητα της κατασκευής του κάστρου με τα τείχη της Θεσσαλονίκης, τα οποία κατασκευάστηκαν επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου A’, στηρίζει την υπόθεση ότι το φρούριο κατασκευάστηκε την ίδια εποχή, δηλαδή στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., για να προστατεύει την Εγνατία οδό και τη γύρω περιοχή από επιδρομείς.
Μέχρι τον 14o αι. καμία γραπτή πηγή δεν αναφέρεται στην K., επειδή πιθανότατα έως τότε αποτελούσε έναν ασήμαντο σταθμό διερχομένων. Τον 13o αι., και κυρίως στις αρχές του 14ου, μετά την καταστροφή της γειτονικής περιοχής από επιδρομείς, οι κάτοικοι –ιδιαίτερα της Μοσυνόπολης– έφτασαν στο φρούριο. Έτσι σταδιακά από σταθμός μετατράπηκε σε πόλισμα, δηλαδή μικρή περιτειχισμένη πόλη. Στο ότι η Κ. ήταν πάντα μια μικρή πόλη συνηγορεί και το γεγονός ότι ποτέ δεν απέκτησε δικό της επίσκοπο.
Η Κ., ως Κουμουτζηνά, αναφέρεται για πρώτη φορά στις πηγές στα χρόνια του Ανδρόνικου Γ’ και του Καντακουζηνού. Ο Καντακουζηνός και ο Νικηφόρος Γρηγοράς –ο τελευταίος μάλιστα την ονόμαζε Κομοτηνά ή Κ.– την μνημονεύουν συχνά, καθώς η πόλη συνδεόταν με τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίζονταν στη Θράκη.
Ο Μουράτ A’ με τους στρατηγούς του, Eβρενός μπέη και Λάλα Σαχίν, κατέλαβε ολόκληρη τη Θράκη και τη Μακεδονία εκτός από την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη, ενώ μετά το Διδυμότειχο και την Αδριανούπολη ο Εβρενός μπέη κυρίευσε και την Κ.
Στα χρόνια της τουρκοκρατίας ήταν μια μικρή πόλη και, καθώς δεν υπήρξε κέντρο ιστορικών γεγονότων, οι ειδήσεις γι’ αυτήν σπάνιζαν. Εκείνη την περίοδο μετονομάστηκε Γκιουμουλτζίνα ή Γκιουμουρτζίνα.
Χριστιανικός ναός κοντά σε τζαμί, στο κέντρο της Κομοτηνής.
Το άγαλμα του μητροπολίτη Τραπεζούντος και αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου, στην Κομοτηνή.
Το φράγμα της Γρατινής στην Κομοτηνή (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.